Απομένουν λιγότεροι από δύο μήνες από τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου, ίσως και τις κρισιμότερες από την δημιουργία της Ε.Ε. το 1992 στο Μάαστριχτ. Στην σημαντικότατη αυτή εκλογική αναμέτρηση κρίνεται η τύχη της Ευρώπης όχι απλά σε βάθος πενταετίας, αλλά δεκαετιών. Οι Ευρωπαίοι πολίτες θα προσέλθουν στις κάλπες προκειμένου να επιλέξουν ποια Ευρώπη επιθυμούν και οραματίζονται: Μια woke και «προοδευτική» Ευρώπη ή μια χριστιανική και πατριωτική Ευρώπη των Εθνών;
Η «μετάλλαξη» του ΕΛΚ και της κεντροδεξιάς
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια ολοένα και εντονότερη «στροφή» του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (EPP) προς το κέντρο, αν όχι προς την κεντροαριστερά. Μέχρι πρότινος, το ΕΛΚ εθεωρείτο το κόμμα που εκπροσωπεί τη χριστιανοδημοκρατία και τους μετριοπαθείς (κεντρο)δεξιούς ψηφοφόρους στην Ευρώπη, κάτι που φυσικά δεν ισχύει σήμερα. Ενώ το ΕΛΚ προήγαγε την κοινωνική οικονομία της αγοράς και ήταν εντονότατα συντηρητικό σε κοινωνικά και πολιτιστικά ζητήματα, πλέον είναι ο καλύτερος υποστηρικτής της woke και ΛΟΑΤΚΙ ατζέντας, μαζί φυσικά με την Αριστερά. Εκτός αυτού, τα περισσότερα κεντροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη έχουν στραφεί σε έναν ακραίο νεοφιλελευθερισμό, αφήνοντας ανεξέλεγκτες τις πολυεθνικές και μεγαλοεταιρίες να πλουτίζουν εις βάρος των μικρομεσαίων και μικροαστών, δίχως καμία κρατική εποπτεία ή ρύθμιση επ’ αυτών. Δεν πρέπει να παραλείψουμε το γεγονός ότι η Μέρκελ του CDU ήταν αυτή που άνοιξε τα ευρωπαϊκά σύνορα με αποτέλεσμα εκατομμύρια πρόσφυγες-μετανάστες (κυρίως μουσουλμάνοι) να εισέλθουν και να εγκατασταθούν στην Γηραιά ήπειρο, τεράστιο μέρος των οποίων δεν είναι αφομοιώσιμο. Σε αυτά ακριβώς οφείλεται η άνοδος της Δεξιάς πανευρωπαϊκά, δηλαδή στο ότι η κεντροδεξιά «πρόδωσε» τις ιδεολογικές της αρχές, τις οποίες έρχονται σήμερα να εκπροσωπήσουν κόμματα συντηρητικά, εθνικιστικά και αντιμεταναστευτικά. Συνεπώς, το να χαρακτηρίζει κάποιος αυτά τα κόμματα ακροδεξιά ή εξτρεμιστικά είναι μεγάλο σφάλμα, αφού υποστηρίζουν όσα πρέσβευε η κεντροδεξιά τον 20ο αιώνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της μετάλλαξης της κεντροδεξιάς και της ευθυγράμμισής της με την κεντροαριστερά είναι η Νέα Δημοκρατία του Κ. Μητσοτάκη, η οποία δε θυμίζει σε τίποτα τη ΝΔ του Κ. Καραμανλή του Α’, αλλά και του Β’.
Η εκτόξευση των δεξιών κομμάτων πανευρωπαϊκά
Το δεδομένο που σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας εποχής για την Ευρώπη είναι ότι τα δεξιά κόμματα έπαψαν να είναι κόμματα διαμαρτυρίας, έχοντας πλέον καταστεί κόμματα εξουσίας με σαφέστατους στόχους και προγράμματα. Κόμματα συντηρητικά και εθνικιστικά, άλλωστε, αναμένεται να καταλάβουν την πρώτη θέση σε τουλάχιστον εννέα κράτη-μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας, της Αυστρίας, του Βελγίου και της Ολλανδίας, ενώ αναμένεται να «τερματίσουν» δεύτερα ή τρίτα σε άλλες εννέα χώρες, μεταξύ των οποίων είναι η Γερμανία, η Ισπανία, η Σουηδία κ.α. Ήδη μάλιστα η Ιταλία και η Ουγγαρία έχουν συντηρητικές κυβερνήσεις, ενώ στη Σουηδία και τη Φινλανδία δεξιά κόμματα είναι μέλη του κυβερνητικού συνασπισμού. Γενικότερα, αυτό που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο είναι μια προσπάθεια από δεξιές πολιτικές προσωπικότητες, όπως ο Τραμπ, η Μελόνι και η Λε Πεν, να καταστήσουν τη Δεξιά πιο «mainstream», δηλαδή να την «κανονικοποιήσουν» στα μάτια των απλών ψηφοφόρων ως ένα υγιές κομμάτι του πολιτικού συστήματος που ουδεμία σχέση έχει με αντικοινοβουλευτικές ή αντισημιτικές απόψεις.
Διαίρεση στην ευρωπαϊκή Δεξιά στο παρά πέντε των ευρωεκλογών
Όταν η T. Μελόνι, σημερινή πρωθυπουργός της Ιταλίας, ανέλαβε τα ηνία της ιταλικής κυβέρνησης τον Οκτώβριο του 2022, ο κοινός άξονας κεντροδεξιάς-κεντροαριστεράς έμοιαζε πανικόβλητος. Ενάμιση χρόνο αργότερα, η Μελόνι, στα μάτια των ευρωπαίων εταίρων της, δεν εμφανίζεται πλέον αντισυμβατική αλλά αντιθέτως, δείχνει να εναρμονίζεται με τους «κανόνες του παιχνιδιού» του συστήματος. Εν ολίγοις, η Μελόνι έχει ρίξει αρκετό «νερό στο κρασί της» ίσως πολύ παραπάνω από ό,τι θα έπρεπε. Από την άλλη, η Γαλλίδα «ομοϊδεάτισσά» της Μαρίν Λε Πεν φαίνεται να παραμένει πιστή στον ιδεολογικό της πυρήνα και τις απόψεις της, παρά το γεγονός ότι έχει αφήσει πίσω της την ακραία ρητορική του παρελθόντος προκειμένου να γίνει πιο προσιτή στον απλό λαό. Εξακολουθεί να εκφράζει αντί-ατλαντικές και ευρωσκεπτικιστικές απόψεις, ενώ είναι ιδιαίτερα επιφυλακτική απέναντι στην Ουκρανία, σε αντίθεση με την Μελόνι που έχει ευθυγραμμιστεί πλήρως με το ΕΛΚ στο ουκρανικό, ενώ αποδεικνύεται ένθερμη υποστηρίκτρια τόσο της ΕΕ, όσο και του ΝΑΤΟ. Η στρατηγική που φαίνεται να ακολουθεί η Μελόνι από όταν ανέλαβε την εξουσία είναι να μεγιστοποιήσει την ιταλική επιρροή εντός της Ευρώπης συνεργαζόμενη με τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. και όχι πολεμώντας τα, όπως θέλει να πράξει η Λεπέν και ήδη κάνει ο Όρμπαν.
Το ρήγμα μεταξύ των δύο επιφανών δεξιών προσωπικοτήτων φαίνεται να διογκώνεται συνεχώς, με αποκορύφωμα το συνέδριο που έλαβε χώρα τον Μάρτιο στη Ρώμη από τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής Δεξιάς, όπου η Μαρίν Λεπέν επιτέθηκε στη Μελόνι για τις σχέσεις της με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Έχω μια πραγματική ερώτηση για την Ιταλίδα πρωθυπουργό: Κυρία Πρωθυπουργέ, θα υποστηρίξετε, ναι ή όχι, για μια δεύτερη θητεία την φον ντερ Λάιεν ως επικεφαλής της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής; Χρωστάτε μια αλήθεια στους Ιταλούς. Πρέπει να πείτε τι θα κάνετε», ρώτησε με ειρωνικό ύφος τη Μελόνι η Λεπέν, σε βιντεοσκοπημένο μήνυμά της. Επιπρόσθετα, όταν Γάλλος υπουργός συνέκρινε την Μελόνι με την Λεπέν πέρυσι, η Ιταλίδα πρωθυπουργός τηλεφώνησε στον Γάλλο πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν για να διαμαρτυρηθεί. Το μήνυμα της Ιταλίδας πρωθυπουργού προς τον Μακρόν, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ήταν ότι δεν αντιπροσώπευε την ιταλική εκδοχή της Μαρίν Λεπέν. Ο έντονος εκνευρισμός της Μελόνι φέρνει στο προσκήνιο το μέγεθος των διαιρέσεων στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής Δεξιάς, δύο μονάχα μήνες πριν τις ευρωεκλογές. Αυτές οι διαφωνίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν το μεγαλύτερο εμπόδιο στις προσπάθειές της να ασκήσει εξουσία σε επίπεδο Ε.Ε., παρά τα αδιανόητα και πρωτόγνωρα ποσοστά που αναμένεται να λάβει στις ερχόμενες ευρωεκλογές. Συνεπώς, μια ενδεχόμενη σύμπλευση ή συγχώνευση των δεξιών δυνάμεων μοιάζει απίθανη λόγω των έντονων διαφωνιών μεταξύ της Μελόνι και της Λεπέν. Μέχρι στιγμής, η Δεξιά στην Ευρώπη είναι χωρισμένη σε δύο μπλόκ. Η Μελόνι ηγείται de facto της ομάδας των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (ECR) στο Κοινοβούλιο, στην οποία συμμετέχουν κόμματα όπως το πολωνικό PiS, το ισπανικό Vox, οι Σουηδοί Δημοκράτες, καθώς και η Ελληνική Λύση. Από την άλλη, υπάρχει και η ευρωομάδα «Ταυτότητα και Δημοκρατία» (ID), στην οποία μετέχουν η Εθνική Συσπείρωση της Λεπέν, η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), η Λέγκα του Ιταλού Ματέο Σαλβίνι και το ολλανδικό PVV του Βίλντερς.
Το ρήγμα για τα «μάτια» της Φον ντερ Λάιεν
Η Μαρίν Λεπέν και το σύνολο του ID έχουν δηλώσει πως θα αντιταχθούν στην επανεκλογή της φον ντερ Λάιεν στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε αντίθεση με την Μελόνι που διατηρεί καλές σχέσεις μαζί της, επηρεάζοντάς την μάλιστα σε αρκετά ζητήματα. Η Μελόνι έχει δείξει άλλωστε πως θέλει να προσεγγίσει το ΕΛΚ, έχοντας το βλέμμα της στραμμένο στο να πάρει η Ιταλία ένα σημαντικό οικονομικό χαρτοφυλάκιο στην επόμενη Κομισιόν. Οι ηγέτες της κεντροδεξιάς δεν ανησυχούν για πολιτικές αντιδράσεις και επιβεβαίωσαν τις προθέσεις τους να συμφιλιωθούν με κόμματα του ECR, όπως το FdI της Μελόνι, αλλά σίγουρα όχι με το πολωνικό PiS. Κάποιες από τις απαραίτητες προϋποθέσεις που θέτει το ΕΛΚ σε μια ενδεχόμενη συνεργασία με τη Δεξιά στο επόμενο ευρωκοινοβούλιο είναι η αδιαμφισβήτητη φιλοευρωπαϊκή και φιλοουκρανική στάση, τις οποίες φυσικά δεν πληρεί το ID, αλλά ούτε και ένα μέρος του ECR. Ταυτόχρονα, η Μελόνι βρίσκεται σε διαβουλεύσεις με τον Όρμπαν προκειμένου το κόμμα του να προσχωρήσει στο ECR, κάτι που όμως δε θα συμβεί εάν εν τέλει το ECR συνεργαστεί με το ΕΛΚ. Επιπρόσθετα, τα δεξιά κόμματα της Ευρώπης διαφέρουν αρκετά σε πολλά ζητήματα, με κάποια πχ. να είναι νεοφιλελεύθερα ενώ άλλα πιο κρατικιστικά και προστατευτικά, καθιστώντας μια ενδεχόμενη σύμπλευσή τους ακόμα δυσκολότερη.
Συμπερασματικά, η ρήξη των δεξιών δυνάμεων στο παρά πέντε των κρίσιμων αυτών ευρωεκλογών μπορεί να φανεί καταστροφική για το μέλλον της Ευρώπης. Τόσο η Λεπέν και το ID, όσο και η Μελόνι και το ECR, θεωρώ πως παλεύουν για παρεμφερή σκοπό, παρά το γεγονός ότι οι πρακτικές τους απέχουν πολύ. Οι μεν μέσω της ευθείας σύγκρουσης με την κεντροδεξιά και τα όργανα της ΕΕ προσπαθούν να πετύχουν τον εξαναγκασμό σε υποχωρήσεις ή συμβιβασμούς, οι δε μέσω της συνεργασίας προσπαθούν να στρέψουν την ατζέντα περισσότερο προς τα δικά τους πιστεύω και ιδεώδη. Υπάρχει φυσικά πάντα και ο απρόβλεπτος παράγοντας που λέγεται Ν. Τράμπ, ο οποίος, έαν εκλεγεί, ίσως αναγκάσει τη Μελόνι να επανέλθει στις προεκλογικές της θέσεις, από τις οποίες έχει αποκλίνει αρκετά προκειμένου να προσαρμοστεί στο υπάρχον περιβάλλον στην ΕΕ και να δώσει την εικόνα του αξιόπιστου και διαλλακτικού συνομιλητή στον Τ. Μπάιντεν. Επομένως, το ποια από τις δύο τακτικές θα έχει εν τέλει αποτέλεσμα, θα το δείξει η ιστορία...