Ορέστης-Άγγελος Κράλης - φοιτητής Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Πως φτάσαμε ως εδώ
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε, αντικειμενικά, μία αναγκαιότητα της εποχής. Με έναν εμβληματικό ηγέτη στο τιμόνι κατόρθωσε μέσα σε λίγα μόλις χρόνια να αναδυθεί από το 3% σε κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και έπειτα σε κυβέρνηση. Ο Αλέξης Τσίπρας μπόρεσε να μιλήσει στην καρδιά του κόσμου, σε αρκετά δύσκολους καιρούς. Με τον, όπως επιβεβαιώθηκε αργότερα, λαϊκίστικο λόγο του κατάφερε να σαγηνέψει και να εμπνεύσει ελπίδα στον ταλαιπωρημένο λαό. Αυτό λειτούργησε ως καύσιμο που έδωσε την ώθηση στον Τσίπρα να περάσει το κατώφλι του Μαξίμου, με δύο διαδοχικές εκλογικές νίκες το 2015.
Όμως ο νεότερος πρωθυπουργός της χώρας μας τα έκανε «μαντάρα». Αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων και με ποδοσφαιρικούς όρους θα λέγαμε ότι στην ουσία «το έπνιξε». Υποσχέθηκε στον κόσμο αλλαγή από τις μνημονιακές πρακτικές. Έταξε τερματισμό της λιτότητας. Δεσμεύτηκε για αριστερή πολιτική στα πλαίσια του διαρκούς αγώνα και της διεκδίκησης των κρατικών συμφερόντων. Τίποτα δεν πήγε όπως το περιμέναμε. Η διαπραγμάτευση ήταν ένα απόλυτο φιάσκο. Η Ελλάδα οδηγήθηκε σε δημοψήφισμα, με την κυβέρνηση να δημιουργεί ψευδαισθήσεις στον λαό, έχοντας ήδη αποφασίσει πως η λύση στο αδιέξοδο βρισκόταν στην υπογραφή νέας συμφωνίας. Παράλληλα το κράτος βίωνε την ίσως μεγαλύτερη περίοδο χρηματοπιστωτικής «λειψυδρίας» στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Κάπως έτσι ακολούθησε η μεγάλη κωλοτούμπα με το ευρύ «όχι» να γίνεται «ναι» και η Ελλάδα να παραδίδεται άνευ όρων σε μία ακόμα χειρότερη συμφωνία, που θα έχει ισχύ για δεκάδες χρόνια, ακόμα και όταν τα προγράμματα «στήριξης» έχουν τερματιστεί. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ακολούθησε πιστά την πολιτική των προκατόχων της, φέρνοντας μηδενική μεταποίηση στο πολιτικό σκηνικό. Από τις δεκάδες εξαιρετικά εύηχες εξαγγελίες τελικά τηρήθηκε μονάχα μία, η οποία δεν ήταν άλλη από την επιστροφή της ΕΡΤ. Βέβαια και σε αυτό το κομμάτι (δηλαδή της ενημέρωσης), κατέληξε η κυβέρνηση Τσίπρα σε νέο φιάσκο, με την αδειοδότητηση των καναλιών και την πρόσφατη ομόφωνη καταδίκη του διαχειριστή της υπόθεσης, Νίκου Παππά, από το ειδικό δικαστήριο για μεθοδεύσεις κατά τη διαδικασία. Με δεκάδες ατοπήματα να βαραίνουν την «Πρώτη φορά αριστερά», η επίλυση του «Μακεδονικού» ήταν ίσως η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Μετά την συμφωνία των Πρεσπών, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρος του κόλλησαν την ρετσινιά της προδοσίας, γεγονός που η αντιπολιτευόμενη Νέα Δημοκρατία, χρησιμοποίησε αρκετά και εντέλει φαίνεται πως το καρπώθηκε κιόλας. Καλύτερη την κατάσταση δεν έκανε και η πυρκαγιά στο Μάτι, όπου πάνω από 100 συνάνθρωποι έχασαν τις ζωές τους, στην ίσως μεγαλύτερη επίδειξη κρατικής ανετοιμότητας και απροετοιμασίας στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Όλα τα παραπάνω έδειχναν πως οδεύοντας προς τις ευρωεκλογές του 2019, ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποδειχθούν ανεπιθύμητοι, όπως και τελικά έγινε. Ο ΣΥΡΙΖΑ έπιασε δεύτερη θέση, δέκα μονάδες πίσω από την ΝΔ, γεγονός που θορύβησε άπαντες στην Κουνδούρου και οδήγησε τον ακόμα τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα στην προκήρυξη πρόωρων εθνικών εκλογών. Εκεί το σκηνικό άλλαξε. Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε ένα εξωφρενικό 31,5%, έχοντας στην ουσία κυβερνητική φθορά μονάχα 4 ποσοστιαίων μονάδων. Η ήττα δεν ήταν τόσο οδυνηρή όσο αναμενόταν και το αποτέλεσμα έδειξε πως ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν ακόμα στην διεκδίκηση της εξουσίας. Αυτό δεν μπόρεσε παρά να πιστωθεί απόλυτα στο πολιτικό εκτόπισμα του Αλέξη Τσίπρα, που φάνηκε τελικά να διατηρεί το δέσιμο που είχε αποκτήσει με τον κόσμο. Στην αντιπολίτευση (2019-2023) βέβαια, παρά το rebranding, αλλάζοντας σήμα και όνομα (ΣΥ.ΡΙΖ.Α. -> ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-Π.Σ.), δεν προέβη σε ανάλυση των κινήσεων που έφεραν την ήττα, ενώ παρέταξε μία αρκετά αδύναμη φωνή αντίθεσης στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Έτσι μη αναλογιζόμενοι το τι πήγε στραβά δεν κατόρθωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ να ανταποκριθούν στις ανάγκες του κόσμου.
Έτσι το 2023, ενώ ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και τα πρωτοκλασάτα στελέχη που τον περιστοίχιζαν ονειρεύονταν προοδευτική διακυβέρνηση, επήλθε τελικά ολική καταβαράθρωση. Στις πρώτε κάλπες τον Μάϊο, ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσε μόλις 20% και σαν να μην έφτανε αυτό στην δεύτερη κάλπη του Ιουνίου υποχώρησε στο 17,8%, 23 σχεδόν μονάδες πίσω από την πρώτη Νέα Δημοκρατία. Πλέον στην βουλή η αξιωματική αντιπολίτευση θα εκπροσωπείται από 47 βουλευτές, όντας η πιο αδύναμη που έχει καταγραφεί στα νεότερα ελληνικά χρονικά. Ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-Π.Σ. έχασαν ολοκληρωτικά μια άχαστη μάχη.
Οι εξελίξεις μετά την βαριά ήττα έφεραν τον εμβληματικό αρχηγό του κόμματος σε παραίτηση, κάτι που για την αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να λειτουργήσει ως δίκοπο μαχαίρι.
Η επόμενη μέρα
Ο Αλέξης Τσίπρας κούνησε το μαντίλι στο κόμμα που επί σειρά 15 ετών ήταν αδιαμφησβήτητος ηγέτης, μεριάζοντας όπως είπε για να περάσει «το νέο κύμα ΣΥΡΙΖΑ». Πολλοί χαρακτήρισαν την κίνηση αυτή γενναία, ενώ άλλοι δειλή. Στο δια ταύτα όμως φαίνεται πως για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαφαίνονται περισσότεροι κίνδυνοι στον ορίζοντα απ’ ότι ευκαιρίες. Σίγουρα υπάρχει το εγχείρημα της νέας αρχής, όπου κρατώντας τα λάθη του παρελθόντος και δείχνοντας στην πράξη την όρεξη για ουσιαστική και ριζική αλλαγή, ένας νέος πιο δυνατός ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σφυρηλατηθεί. Παρόλα αυτά η προσωποκεντρικότητα που χαρακτήριζε την Κουμουνδούρου όλα τα προηγούμενα χρόνια, δεν θα καταφέρει να σβήσει εύκολα, προοιωνίζοντας δύσκολη μετάβαση. Δεν θα ήταν ατυχές κιόλας να προβλέψει κανείς πως ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-Π.Σ. θα έχει τύχη όμοια με το γαλλικό κόμμα μετά τον θάνατο του Κωλέττη.
Το γεγονός πως ο Τσίπρας έχαιρε την εκτίμηση όλων των πτυχών του κόμματος, τον είχε καταστήσει και κάτι σαν συγκολλητική ουσία. Ήταν δηλαδή ο παράγοντας ενότητας της παράταξης. Την δεδομένη στιγμή φαίνεται συνεπώς να λείπει ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των εσωκομματικών ρευμάτων. Την ίδια ώρα οι διαδικασίες για την διαδοχή κινούνται αργά, μακριά από τις ανακοινώσεις περί fast track που στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ άφηναν να ακουστούν προς τα έξω. Το διαρκές συνέδριο του κόμματος θα λάβει χώρα στα τέλη Αυγούστου, οι εκλογές το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτέμβρη και το Νοέμβριο θα συσταθεί έκτακτο συνέδριο με στόχο τον αναστοχασμό. Η ενότητα εντός κόμματος κινδυνεύει και με τα κύρια ρεύματα (προεδρικοί, ομπρέλα, πασοκογενείς) να μην βρίσκουν πεδία σύγκλησης, τη ΔΕΘ να πλησιάζει και τις αυτοδιοικητικές εκλογές να διεξάγονται τον Οκτώβρη, το πεδίο μοιάζει ιδιαιτέρως σκοτεινό. Συνεπώς η συνετή οργάνωση είναι αναγκαία τώρα περισσότερο από ποτέ, όμως χωρίς σταθερό αρχηγό είναι αρκετά αβέβαιο το πως θα καταφέρει η Κουμουνδούρου να καταστρώσει ένα πλάνο που θα οδηγήσει σε συντήρηση δυνάμεων (ή σε διαχείριση απωλειών).
Μέσα στην επόμενη εβδομάδα αναμένεται να μάθουμε και τους υποψηφίους για την προεδρία, οι οποίοι θα εκλεγούν από την βάση του κόμματος. Ο νέος αρχηγός γνωρίζει καλά ότι στα χέρια του θα κρατάει μια καυτή πατάτα (αν όχι ωρολογιακή βόμβα) και θα πρέπει να μπορέσει να ενώσει και να ηγηθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η αξιωματική αντιπολίτευση οφείλει να προβεί σε βαθιά αυτοκριτική, χωρίς να βυθιστεί σε λήθαργο. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει μία μεγάλη ευκαιρία να οικοδομήσει μία εντελώς δική του ταυτότητα και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να την χάσει. Αλλιώς η κομματική αποσυσπείρωση από κίνδυνος του σήμερα θα γίνει πραγματικότητα την επόμενη ημέρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ προλαβαίνει να γυρίσει την κατάσταση εξαιτίας της αποχώρησης Τσίπρα, όμως ο χρόνος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της Κουμουνδούρου. Αν δεν υπάρξει άμεση και αποφασιστική δράση, το πρώην κυβερνών κόμμα δεν αποκλείεται σύντομα να βρεθεί στο ίδιο (και ίσως χειρότερο) «ανήλιαγο» τοπίο στο οποίο μέχρι πριν λίγα έτη βρισκόταν το ΠΑΣΟΚ.