(Γράφει ο Χρήστος Τσάκος, Φοιτητής Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής)
Μεγάλη μερίδα των πολιτών στην Ελλάδα σήμερα, όπως και αρκετοί πολιτικοί αναλυτές, τείνουν ακόμα να διακρίνουν τους πολιτικούς σε "συντηρητικούς" και "προοδευτικούς", όπως γινόταν και παλαιότερα (σε εντονότερο βαθμό φυσικά) με τον διαχωρισμό των εξαντλημένων και ταλαιπωρημένων από τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο Ελλήνων σε Δεξιούς και Αριστερούς (κάτι το οποίο φυσικά έγινε εσκεμμένα ώστε να εξυπηρετηθούν ορισμένα ξένα συμφέροντα), με τραγική κατάληξη τον εμφύλιο πόλεμο και την σφαγή μεταξύ Ελλήνων.
Σήμερα, αρκετές δεκαετίες μετά, οι Έλληνες φαίνεται να μην έχουν πάρει το μάθημα τους από το παρελθόν, όχι εντελώς τουλάχιστον. Μπορεί η στερεοτυπική κόντρα μεταξύ των "πλουσίων Δεξιών" και των "φτωχών Αριστερών" να έχει εξαλειφθεί, παρόλα αυτά όμως ακόμη αποδίδεται στους κεντροδεξιούς και δεξιούς ότι είναι συντηρητικοί, ενώ στους κεντροαριστερούς και αριστερούς ότι είναι προοδευτικοί (κάτι το οποίο φυσικά δεν στέκει σε καμία περίπτωση) με αποτέλεσμα ο όρος "συντηρητισμός" να έχει καρπωθεί παραδοσιακά από τη Δεξιά, ενώ ο "προοδευτισμός" από την Αριστερά.
Για να είμαστε ειλικρινείς και δίκαιοι τόσο με τον εαυτό μας, όσο και με την ιστορία. πράγματι πριν μπει ο 21ος αιώνας οι δεξιοί Νεοδημοκράτες (που ουδεμία σχέση έχουν με τη σημερινή ΝΔ) έτειναν να είναι συντηρητικοί ενώ οι αριστεροί Πασοκτζήδες προοδευτικοί σε μια μεγάλη γκάμα ζητημάτων. Τα δεδομένα όμως αυτά αφορούν τις προηγούμενες δεκαετίες και όχι το σήμερα, το οποίο διαφέρει ριζικά.
Η κατάντια των τριών κομμάτων εξουσίας
Η άλλοτε χριστιανοδημοκρατική και συντηρητική ΝΔ του αείμνηστου Κ. Καραμανλή έχει καταντήσει ένα κόμμα δίχως πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα (έχοντας πάρει διαζύγιο με τη Δεξιά με υπογραφή του Κυριάκου Μητσοτάκη) το οποίο αποτελείται από νεοφιλελεύθερους, πρώην πασόκους, και απειροελάχιστους θαυμαστές της Χούντας του 1967 που αποφάσισαν να γλύψουν εκεί που παλαιότερα έφτυναν.
Ας πιάσουμε όμως και το ΠΑΣΟΚ. Το ιστορικό κόμμα του Α. Παπανδρέου, ο οποίος παρά τα λάθη του (τα οποία δυστυχώς ήταν πολλά και καθοριστικά για τη μετέπειτα πορεία της χώρας) υπήρξε μεγάλος πολιτικός άνδρας και ο καθένας οφείλει να του αναγνωρίσει το μέγεθος της εξωτερικής πολιτικής που ασκούσε, πλέον φαίνεται να έχει χάσει και αυτό την ιδεολογική του ταυτότητα. Αυτό δεν φανερώνεται ούτε από τη καταστροφική θητεία του Κ. Σημίτη και του Γ. Παπανδρέου στη κυβέρνηση, ούτε από την εκλογική κατάρρευση του κόμματος, αλλά από το γεγονός ότι ο άλλοτε ιστορικός εχθρός της "συντηρητικής και δεξιάς" ΝΔ (όπως ακόμα την χαρακτηρίζουν από την Χαριλάου Τρικούπη) έφτασε στο σημείο τις δύο τελευταίες κοινοβουλευτικές θητείες να έχει ψηφίσει τη πλειοψηφία των νομοσχεδίων που έφερε η κυβέρνηση Μητσοτάκη στη Βουλή. Αυτό δεν δείχνει μονάχα την απομάκρυνση του ΠΑΣΟΚ από την κεντροαριστερά (το οποίο καθίσταται πλέον ένα κεντρώο κόμμα με αρμοδιότητα στήριξης της ΝΔ όπου κρίνεται απαραίτητο), αλλά και την οριστική εγκατάλειψη των δεξιών και χριστιανοδημοκρατικών πεποιθήσεων και αντιλήψεων από τη ΝΔ και τη μετατροπή της σε ένα κόμμα απολιτίκ δίχως ιδεολογικό στίγμα.
Και ο ΣΥΡΙΖΑ φυσικά δεν πάει πίσω. Με την εκλογή του Σ. Κασσελάκη στην ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης, χάθηκαν και τα τελευταία ίχνη της "Αριστεράς" που είχαν απομείνει στον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι πράγματι απορίας άξιο πως ένα πρόσωπο σαν τον κ. Κασσελάκη, ο οποίος δεν έχει πολιτικό παρελθόν, είναι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ ολίγους μήνες και δεν έχει κατανοήσει την ταυτότητα και τις ανάγκες του κόμματος, έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στην Αμερική, χάρη στην οποία πέτυχε και έγινε εφοπλιστής και επιχειρηματίας (εκμεταλλευόμενος φυσικά τον ακραίο καπιταλισμό που επικρατεί στις ΗΠΑ, τον οποίο το κόμμα του και η παραδοσιακή Αριστερά απεχθάνεται) αναμένεται από τους ψηφοφόρους και τα μέλη του κόμματος να αναδείξει ξανά τον ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα εξουσίας και Αριστερό Πόλο έναντι της ΝΔ. Εκτός εάν βέβαια ο κ. Κασσελάκης έχει βλέψεις να φέρει τον ΣΥΡΙΖΑ στην ίδια μοίρα με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ (να καταστεί δηλαδή ένα απολιτικ κόμμα που πηγαίνει όπου υπάρχει συμφέρον και χρήμα). Ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι καθόλου απίθανο. Άλλωστε, είναι γνωστό πως ο κ. Κασσελάκης έχει βοηθήσει τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Τ. Μπάιντεν παλαιότερα με τη προεκλογική του καμπάνια (περιέργως ο Μπάιντεν μαζί με το Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ θυμίζουν αρκετά την σημερινή ΝΔ και τον Κ. Μητσοτάκη στις πολιτικές αποφάσεις και μεθόδους που ακολουθούν), καθώς και υποστήριξε φανερά την υποψηφιότητα του Κ. Μητσοτάκη στις εσωκομματικές εκλογές της ΝΔ, τάχα επειδή ο Μητσοτάκης είναι προοδευτικών απόψεων και για να μη εκλεγεί πρόεδρος ο Α. Γεωργιάδης (ο οποίος στήριξε τον Κ. Μητσοτάκη στον δεύτερο γύρο έναντι του Β. Μειμαράκη και μετέπειτα έγινε αντιπρόεδρος του κόμματος).
Το γεγονός ότι τα τρία παραδοσιακά κόμματα εξουσίας των δύο τελευταίων δεκαετιών (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στην ίδια κατεύθυνση, δηλαδή στην πλήρη απολιτικοποίηση τους, αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός. Μονάχα που η ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη φαίνεται να επωφελείται από αυτό (αυτό φανερώνουν άλλωστε οι διπλές εκλογές Μαίου-Ιουνίου), ενώ τα άλλα δυο κόμματα βουλιάζουν. Το μεν ΠΑΣΟΚ έχει σταθεροποιηθεί στο 11-12% και δεν φαίνεται να έχει δυναμική αύξησης των ποσοστών του, ειδικά όσο παραμένει ο κ. Ανδρουλάκης στην εξουσία (μάλιστα μπορεί να υπάρξει και πτώση των ποσοστών του κόμματος στις ευρωεκλογές) ενώ ο δε ΣΥΡΙΖΑ έχει πάρει τη κάτω βόλτα και ο αμερικανοθρεμένος και υπέρμαχος της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας Σ. Κασσελάκης δεν φαίνεται ικανός να συγκινήσει και να φέρει πίσω τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του κόμματος. Πώς να το κάνει άλλωστε αν ο ίδιος δεν έχει πολιτική πείρα, πολιτικές θέσεις και απόψεις και αποτελεί μονάχα μια τηλεπερσόνα και ξαφνικά βρίσκεται Πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η μέχρι στιγμής κοινοβουλευτική δραστηριότητα των κομμάτων
Εκτός αυτών, τα στοιχεία μιλούν και από μόνα τους. Σύμφωνα με όσα ανέβασε ο Πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης Κ. Βελόπουλος στο X, φαίνεται κυρίως το ΠΑΣΟΚ αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίζουν μεγάλο μέρος των νομοσχεδίων της Κυβέρνησης, κάτι που δείχνει ότι τα 3 μεγάλα αυτά κόμματα τα έχουν βρει σε αρκετά μεγάλο αριθμό ζητημάτων που απασχολούν την ολομέλεια της Βουλής (τα παρακάτω αφορούν την κοινοβουλευτική περίοδο Ιουνίου 2023 και έπειτα). Ταυτόχρονα. βλέπουμε τους Σπαρτιάτες, τη Νίκη και τη Πλεύση Ελευθερίας να έχουν ψηφίσει μικρό σχετικά ποσοστό κυβερνητικών νομοσχεδίων, ενώ ΚΚΕ και Ελληνική Λύση φαίνεται να είναι τα δύο κόμματα της Βουλής που διατηρούν περισσότερο την ιδεολογική τους ταυτότητα, παρόλο που κινούνται σε τελείως διαφορετικούς πολιτικούς χώρους.
Το παρακάτω γράφημα δείχνει ξεκάθαρα πως μέχρι στιγμής η Ελληνική Λύση όχι μόνο ηγείται της Δεξιάς εντός του κοινοβουλίου, αλλά είναι πρώτη σε ερωτήσεις, ξεπερνώντας ακόμα και το ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος διαθέτει τετραπλάσιο αριθμό βουλευτών από το κόμμα του κ. Βελόπουλου. Ύστερα, το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ φαίνεται να έχουν έναν ικανοποιητικό αριθμό ερωτήσεων, ασκώντας έναν βαθμό αντιπολίτευσης, οι Σπαρτιάτες και η Πλεύση αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων, καθώς προεκλογικά διαμήνυαν πως θα ασκήσουν σκληρή αντιπολίτευση στη ΝΔ, ενώ η ΝΙΚΗ του Δ. Νατσιού είναι απλά ανύπαρκτη.
Ο εθνοκεντρισμός και η φιλοπατρία πρέπει πλέον να θεωρούνται προοδευτικές ιδέες
Ο όρος "συντηρητισμός" δεν αποτελεί πλέον ταμπέλα ούτε ιδιοκτησία της κεντροδεξιάς παράταξης (όπως εκείνη τουλάχιστον θέλει να θεωρείται). Αντίστοιχα, ούτε ο "προοδευτισμός" είναι αναπόσπαστο στοιχείο της (κέντρο)Αριστεράς. Στην πολιτική πρέπει να υπάρχει ισορροπία μεταξύ των δύο αυτών όρων, Ένας σωστός πολιτικός θα πρέπει να διακατέχεται από ποικίλα ιδεών και να είναι "συντηρητικός" και "προοδευτικός" όπου αρμόζει στη κάθε περίπτωση.
Τα προηγούμενα χρόνια, όσοι θέλαν η Ελλάδα να μπει στην "Ενωμένη Ευρώπη" και στην Ευρωζώνη και η πορεία της, είτε αυτή είναι οικονομική είτε πολιτιστική, να συμβαδίζει με των υπόλοιπων ευρωπαικών κρατών ή ακόμα και των ΗΠΑ, θεωρούνταν προοδευτικοί. Μεταξύ αυτών που ήταν υπέρ του "Ευρωπαικού Οράματος" ήταν τόσο η ΝΔ, όσο και το ΠΑΣΟΚ. Ταυτόχρονα, όσοι πολίτες ή πολιτικοί ήταν λιγάκι επιφυλακτικοί με την ιδέα αυτή και τα αποτελέσματα που θα μπορούσε να έχει στην οικονομική ανεξαρτησία της Ελλάδος και στη πολιτιστική της ταυτότητα, χαρακτηρίστηκαν γραφικοί, ακροδεξιοί ή ακόμα και "ψεκασμένοι", έναν όρο που βλέπουμε συχνά να χρησιμοποιούν οι κυβερνώντες σε όσους τους πάνε κόντρα σήμερα (ιδιαίτερα την περίοδο της πανδημίας και τώρα με το ζήτημα των νέων ταυτοτήτων).
Φυσικά, κανείς νοήμων πολίτης της Ελλάδος δεν μπορεί να αμφισβητήσει τα ποίκιλα οφέλη που είχαμε χάρη στην ΕΕ, όπως οι ασύστολες χρηματοδοτήσεις για έργα υποδομών, επιχειρήσεων, η εκπροσώπηση μας στην Ευρώπη κ.α. Αντίστοιχα όμως, θα ήταν μεγάλο σφάλμα να αγνοήσουμε τα προβλήματα που προέκυψαν στην Ελλάδα, ιδιαίτερα λόγω της ένταξης μας στην Ευρωζώνη από τον πρωθυπουργό Κ. Σημίτη.
Γυρνώντας στο παρόν, τη σήμερον ημέρα οι συσχετισμοί έχουν αλλάξει αρκετά (ή έτσι τουλάχιστον το βλέπω εγώ προσωπικά). Ανέκαθεν το να είσαι πιστός στις αξίες της πατρίδας σου και να προάγεις τα συμφέροντα της έναντι της διεθνοποίησης και της άνευ ορίων παγκοσμιοποίησης και πολιτισμικής ταύτισης των εθνών-κρατών θεωρούταν κάτι το άκρως συντηρητικό, έως και δείγμα σωβινισμού από κάποιους ή και γραφικότητας, ενώ προοδευτικοί χαρακτηρίζονταν οι πιο "τολμηροί" που έβαζαν τις ευρωπαικές-παγκόσμιες αξίες και την "κοινή ευημερία" πάνω από τις θρησκευτικές και πολιτισμικές αξίες του Ελληνισμού και κάθε έθνους. Η πλειοψηφία των πολιτικών που βρίσκονται σε όλο το "ιδεολογικό" φάσμα (από την κεντροδεξιά έως και την αριστερά) ακόμα υιοθετούν αυτή την άποψη. Πλέον όμως, οι πολίτες πρέπει να διαφοροποιηθούν από τις διχαστικές αυτές μεθοδεύσεις και φυσικά όχι μέσω της αποχής, όπως είδαμε στον χθεσινό β' γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών, αλλά με το να κατανοήσουν ότι στη σύγχρονη εποχή, που γίνεται μεθοδευμένη προσπάθεια εξάλειψης των εθνών, της ταυτότητας των λαών και των πολιτιστικών-θρησκευτικών τους χαρακτηριστικών, το να αγαπάς την πατρίδα και το έθνος σου, να προάγεις τα συμφέροντα τους και να τα βάζεις πάνω από των υπολοίπων κρατών (χωρίς φυσικά να υπάρχει μίσος για άλλους λαούς), να προσπαθείς να διατηρήσεις χωρίς καμία φθορά το θρησκευτικό συναίσθημα των πολιτών (αυτό άλλωστε ήταν που ένωσε τους Έλληνες στην επανάσταση του 1821) και να επιθυμείς τα πολιτιστικά στοιχεία του τόπου σου να μείνουν αναλλοίωτα έναντι της παγκοσμιοποίησης και του εθνομηδενισμού, αποτελεί ξεκάθαρα κάτι το προοδευτικό και φιλελεύθερο και σε καμία περίπτωση κάτι το συντηρητικό. Οι αξίες κάθε έθνους, κάθε θρησκείας και κάθε πολιτισμού είναι μοναδικές και ανεκτίμητες και δεν πρέπει ούτε να καταπατούνται, ούτε να εξαλείφονται ούτε να αναμειγνύονται.
Η άμεση ανάγκη υιοθέτησης του εθνοκεντρισμού από κάθε πολιτική παράταξη
Κάτι που λείπει από τη πλειοψηφία των κομμάτων στη παρούσα φάση (ακολουθώντας φυσικά πιστά για άλλη μια φορά το παράδειγμα της Ευρώπης και των ΗΠΑ, αφαιρώντας κάθε ιδεολογικό στίγμα και ταυτότητα από τη πολιτική) είναι η ουσιαστική και έμπρακτη πατριωτική συνείδηση και η άσκηση εθνοκεντρικών πολιτικών.
Αυτό που έχει ανάγκη η Ελλάδα είναι μια υπερκομματική ιδεολογία που θα αποτελεί συγχρόνως πολιτική και συναίσθημα, που θα υιοθετηθεί από την ακροαριστερά έως και την ακροδεξιά, από τον κομμουνιστή μέχρι και τον πιο θρησκευόμενο πολίτη, με κοινό γνώμονα το καλό της χώρας και των πολιτών της. Αυτό δε μπορεί να συμβεί όμως ούτε με τον Πατριωτισμό, ούτε με τον Εθνισμό αλλά ούτε και με τον Εθνικισμό και οι λόγοι είναι πολύ απλοί.
Και κάπου εδώ έρχεται ο Εθνοκεντρισμός. Ο Εθνοκεντρισμός είναι μια θεωρία που δεν έχει ακουστεί ιδιαίτερα (ίσως και καθόλου) στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας. Ο Εθνοκεντρισμός (όπως τουλάχιστον οραματίζομαι εγώ) θα επιδιώκει οι πολιτικές που εφαρμόζονται στην Ελλάδα να περιστρέφονται γύρω από το καλό και την ευημερία του Έθνους και το κράτος να μεριμνά πρωτίστως για τον ελληνικό λαό, χωρίς αυτό να προυποθέτει φυσικά την απαξίωση ή το μίσος για έναν άλλο λαό ή πολιτισμό. Η θεωρία αυτή μέχρι στιγμής δεν έχει καρπωθεί από κανέναν πολιτικό χώρο, όποτε έχει προοπτικές να μπορέσει να ενώσει τους Έλληνες απέναντι στην φτώχια, την ανεργία, την παγκοσμιοποίηση και τα μεγάλα οικονομικά συμφέρονται που λειτουργούν εις βάρος του λαού και προωθούν την εξάλειψη των εθνών κρατών.
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές ανέδειξαν την απέχθεια του κόσμου για τη κατάντια του πολιτικού μας συστήματος
Κάθε εκλογική μάχη έχει έναν νικητή και έναν ηττημένο. Στη περίπτωση του β' γύρου των χθεσινών αυτοδιοικητικών εκλογών, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πασιφανές: Χαμένος της βραδιάς ήταν η ΝΔ, ενώ μεγάλος νικητής η αποχή. Η τεράστια αυτή αποχή δείχνει την αγανάκτηση του κόσμου για όσα συμβαίνουν και ταυτόχρονα αποτελεί ένα μήνυμα προς τη κυβέρνηση και σύσσωμο το πολιτικό προσωπικό της χώρας ότι κάτι πρέπει επιτέλους να αλλάξει. Δεν είναι δυνατόν στο Δήμο Αθηναίων, τον μεγαλύτερο δήμο της χώρας, να εκλέγεται δήμαρχος με συμμετοχή μονάχα 26%.
Θέλω να κάνω ένα σχόλιο για το Χαλάνδρι, στο οποίο και διαμένω. Προσωπικά με τον νυν δήμαρχο τον κ. Ρούσσο απέχουμε πολύ ιδεολογικά. Στον Α' γύρο στήριξα άλλον υποψήφιο δήμαρχο, στην πρωτοβουλία του οποίου συμμετείχα κιόλας, αλλά στον Β΄ γύρο το έριξα χωρίς δεύτερη σκέψη στον Σίμο Ρούσσο.
Στον Β' γύρο πέρασαν ο κ. Ρούσσος και η κα. Αγαπητού, η οποία αποτελεί την εκλεκτή της ΝΔ στο Χαλάνδρι. Ο Β' γύρος μου περνούσε σχεδόν αδιάφορος, μέχρι που είδα την δήλωση του Άδωνι Γεωργιάδη, η οποία ήταν το λιγότερο απαράδεκτη. Δεν είναι δυνατόν ένας υπουργός να παρεμβαίνει έτσι στις δημοτικές εκλογές, εκβιάζοντας ψηφοφόρους ότι αν δεν στηρίξουν την κα. Αγαπητού δε θα λάβουν ΕΣΠΑ και λοιπές χρηματοδοτήσεις. Με τη δήλωση του αυτή ο κ. Γεωργιάδης όχι μόνο δεν φόβισε τους πολίτες του Χαλανδρίου, αλλά κατάφερε να συσπειρώσει δεξιούς και αριστερούς σύσσωμους στο πρόσωπο του κ. Ρούσσου, με αποτέλεσμα να εκλεγεί πανηγυρικά για τρίτη φορά με 60%.
Η βραδιά της 15ης του Οκτώβρη δεν ήταν ιδιαίτερα καλή για τους Νεοδημοκράτες. Δεν έχασαν μόνο αρκετές περιφέρειες κυρίως από γαλάζιους "αντάρτες", αλλά τις τρείς μεγάλες πόλεις της Ελλάδος από την Αριστερά (την Αθήνα και την Θεσ/νίκη από το ΠΑΣΟΚ και τη Πάτρα από το ΚΚΕ). Αν πω πως στεναχωρήθηκα, θα ήταν μεγάλο ψέμα. Δεν χαίρομαι με την επικράτηση του ΠΑΣΟΚ σε αρκετούς και κρίσιμους δήμους της χώρας, αλλά με την ήττα της ΝΔ του κ. Μητσοτάκη, η οποία ουδεμία σχέση έχει πλέον με την κοινωνική και λαική δεξιά αλλά και ούτε με το μετριοπαθές και πατριωτικό κέντρο.
Η περίπτωση του Δήμου Αθηναίων
Όσο αφορά τον Δήμο της Αθήνας, αυτό που συνέβη ήταν ένα τεράστιο χτύπημα στον κομματικό μηχανισμό της ΝΔ και στην οικογενειοκρατία. Ο Χάρης Δούκας, προερχόμενος πολιτικά από το ΠΑΣΟΚ, ενώ στον Α' γύρο έλαβε 14% έναντι 41% του Κ. Μπακογιάννη, μετέπειτα κατάφερε να γυρίσει κυριολεκτικά το αποτέλεσμα και να επικρατήσει με άνετη διαφορά 10 μονάδων, στέλνοντας σπίτι του τον ανιψιό του πρωθυπουργού. Ο Χάρης Δούκας έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει για τη νίκη του, όχι όμως και το ΠΑΣΟΚ. Οι πραγματικές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ στην Αθήνα φάνηκαν στον πρώτο γύρο, στον οποίον ο κ. Δούκας έλαβε ποσοστό 14,1% και σχεδόν 20.000 ψήφους, ενώ στον β' γύρο πήρε 64.000 ψήφους, δηλαδή 44.000 παραπάνω, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ. Ο Χ. Δούκας πράγματι ίσως αποτελέσει μια πολύ πιο αξιόπιστη λύση για την Αθήνα έναντι της καταστροφικής θητείας του Κ. Μπακογιάννη, αλλά τη νίκη του αυτή δεν την οφείλει στη στήριξη από την Χαριλάου Τρικούπη, αλλά στο γεγονός ότι ο ίδιος στον Β' γύρο έκανε υπερκομματικό κάλεσμα και κατάφερε να συσπειρώσει στο πρόσωπο του Συριζαίους, Κομμουνιστές, Κεντρώους, καθώς και δυσαρεστημένους Νεοδημοκράτες και Δεξιούς γενικότερα.
Η νίκη αυτή προήλθε χάρη στις ικανότητες του κ. Δούκα, στο άνοιγμα που έκανε προς πάσα κατεύθυνση και στη δυσαρέσκεια προς το πρόσωπο του κ. Μπακογιάννη από μεγάλη μερίδα Δεξιών. Συνεπώς, το ΠΑΣΟΚ δεν έχει κανέναν λόγο να πανηγυρίζει, ούτε να υποθάλπει και να αφήνει την "πράσινη αλαζονεία" των προηγούμενων δεκαετιών να ξαναβγαίνει στο προσκήνιο.