Χρήστος Τσάκος - φοιτητής Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής
Βρισκόμαστε στο 1974, όταν ιδρύεται από τον Κ. Καραμανλή η Νέα Δημοκρατία. Αν μελετήσει κανείς την ιδρυτική της διακήρυξη και συγκρίνει τη ΝΔ του τότε με τη ΝΔ του σήμερα, θα νομίζει πως μιλάμε για τελείως άλλο κόμμα. Δυστυχώς, θαρρώ να πω πως έτσι είναι πράγματι.
Μια αναγκαία ανασκόπηση στο παρελθόν
Με τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, η χριστιανοδημοκρατία στην Ευρώπη άρχισε να ανθίζει ταχύτατα, με τη πλειονότητα των ευρωπαϊκών κρατών να επικεντρώνονται στην ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων υποδομών και οικονομιών τους. Τα μεγάλα κεντροδεξιά κόμματα της εποχής, όπως το Βρετανικό Συντηρητικό Κόμμα, το Αυστριακό Λαϊκό Κόμμα, καθώς και η πρωτοεμφανιζόμενη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση της Γερμανίας (εξ ού και το όνομα, αφού ήταν ο πρώτος υποστηρικτής του μοντέλου της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς) φρόντισαν όχι απλά να διατηρήσουν στο προσκήνιο, αλλά και να προάγουν το δυτικό αξιακό σύστημα (εν μέσω της έναρξης του Ψυχρού Πολέμου με τα κομμουνιστικά κράτη), το οποίο φυσικά διέπεται από τις αξίες του Χριστιανισμού και της εκάστοτε εθνικής παράδοσης και αποτελεί το θεμέλιο της κοινωνικής συνοχής των ευρωπαϊκών εθνών-κρατών.
Παράλληλα, υιοθέτησαν σε μεγάλο βαθμό τον κεϋνσιανισμό, με αποτέλεσμα ο συνδυασμός παρεμβατικών οικονομικών πολιτικών και εφαρμογής χριστιανικών και συντηρητικών αρχών στη διοίκηση και οργάνωση του κράτους να καθιερωθεί επίσημα ως χριστιανοδημοκρατία.
Με τη πάροδο των χρόνων, αρκετά νέα κόμματα ιδρύθηκαν και υιοθέτησαν τη χριστιανοδημοκρατία, τα οποία τοποθετούνταν τόσο στα κεντροδεξιά όσο και στα κεντροαριστερά του πολιτικού χάρτη, ανάλογα τη χώρα που δρούσαν (τα περισσότερα χριστιανοδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης θεωρούνταν κεντροδεξιά, ενώ της Λατινικής Αμερικής κεντροαριστερά). Αλλά ας πάμε στα της Ελλάδας.
Η Νέα Δημοκρατία ιδρύθηκε ως διάδοχος της αρκετά συντηρικότερης ΕΡΕ, προκειμένου να αναλάβει την μετάβαση από την επταετή δικτατορία στη δημοκρατία. Ο Κ. Καραμανλής, αναλογιζόμενος τις συνθήκες και τα δεδομένα της τότε εποχής, άφησε πίσω του τον έντονο μετεμφυλιακό αντικομμουνισμό, από τον οποίον διακατεχόταν η ΕΡΕ, και έκανε μεγάλο άνοιγμα προς τον Φιλελευθερισμό, πετυχαίνοντας όμως ταυτόχρονα να καταστεί η ΝΔ η μόνη υπολογίσιμη Δεξιά δύναμη στην Ελλάδα για αρκετές δεκαετίες, αφομοιώνοντας ψηφοφόρους από τη κεντροδεξιά μέχρι και την άκρα Δεξιά.
Η Νέα Δημοκρατία της δεκαετίας του ’70 και του ’80 ήταν πιστή κατά κύριο λόγο στον συντηρητισμό και τον φιλελευθερισμό. Συγκεκριμένα, υπήρξε έντονα συντηρητική σε κοινωνικά ζητήματα με χαρακτηριστικό παράδειγμα της εποχής την συμβολική, κατά τη δική μου εκτίμηση, εναντίωσή της στην αποποινικοποίηση της μοιχείας και στην νομιμοποίηση του πολιτικού γάμου, για πολιτικούς κυριώς λόγους (ώστε να μη δυσαρεστηθεί η βαθιά θρησκευόμενη και υπερσυντηρητική πτέρυγα του κόμματος), ταυτιζόμενη σε γενικές γραμμές με τις τότε θέσεις της Εκκλησίας. Εκτός αυτού, αξιοσημείωτη είναι και η έντονη εναντίωση της ΝΔ στην αναγνώριση του ΕΑΜ ως αντιστασιακής οργάνωσης από τη τότε κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου, με εξαίρεση τον Π. Κανελλόπουλο που, αφού στηλίτευσε τη στάση των ομοϊδεατών του, ψήφισε υπέρ. Παράλληλα, ακολούθησε μια φιλελεύθερη οικονομική πολιτική βασιζόμενη στην ελευθερία της αγοράς και τον υγιή ανταγωνισμό με ρυθμιστική, ωστόσο, παρέμβαση του κράτους για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, η οποία συνοδεύτηκε από σημαντικές κρατικοποιήσεις τη περίοδο 1975-1980.
Εν ολίγοις, η ιστορία μας δείχνει πως η κύρια ιδεολογία της Νέας Δημοκρατίας τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν η χριστιανοδημοκρατία, η οποία αποσκοπεί στην εφαρμογή χριστιανικών αρχών στην οργάνωση του κράτους, είναι συντηρητική σε πολιτιστικά, κοινωνικά και ηθικά ζητήματα, ενώ στον οικονομικό τομέα προάγει την κοινωνική οικονομία της αγοράς, μια μορφή ελεύθερης οικονομίας με κρατικό παρεμβατισμό, όπου και όποτε αυτός κρίνεται απαραίτητος.
Η χριστιανοδημοκρατία στην σημερινή Ελλάδα και Ευρώπη
Η παρακμή του κεϋνσιανισμού και συνεπώς της παραδοσιακής χριστιανοδημοκρατίας άρχισε ήδη να αποτυπώνεται το 1979 με την επικράτηση στη Βρετανία της Μ. Θάτσερ και έπειτα του Ρ. Ρήγκαν στις ΗΠΑ, πρόσωπα που αποτελούν αναμφισβήτητα εκφραστές του νεοφιλελευθερισμού, μιας τάσης που απεχθάνεται τον κρατικό παρεμβατισμό και υποστηρίζει μανιωδώς την ελεύθερη οικονομία, τις ιδιωτικοποιήσεις, καθώς και την δόμηση κρατών-Λεβιάθαν, που θα έχουν αρμοδιότητες «νυχτοφύλακα» (σημερινό παράδειγμα αποτελεί ο πρόεδρος της Αργεντινής Χ. Μίλει).
Με την άνοδο του νεοφιλελευθερισμού, η «βάση» της χριστιανοδημοκρατίας δέχτηκε ισχυρό πλήγμα, αφού αμφισβητήθηκαν τα κοινωνικά και οικονομικά οφέλη του κρατικού παρεμβατισμού, ενώ παράλληλα το «γνήσιο» δυτικό αξιακό σύστημα, που διέπεται σε μεγάλο βαθμό από χριστιανικές αρχές, άρχισε σταδιακά να παρακμάζει προς όφελος των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων, της παγκοσμιοποίησης και της ανάδειξης των πολυεθνικών επιχειρήσεων, που ως γνωστόν δεν υπολογίζουν σύνορα και κράτη, παρά μόνο το κέρδος.
Τα χριστιανοδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης, η πλειονότητα των οποίων εντάσσεται στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, δυστυχώς έχουν πλέον απαρνηθεί τον κοινωνικό συντηρητισμό, έχοντας στραφεί σε κοινωνικά φιλελεύθερες πολιτικές, αν όχι αριστερές. Πρώτο και καλύτερο παράδειγμα της παρακμής της χριστιανοδημοκρατίας στην Ευρώπη, που κατ’ εμέ μεταφράζεται σε εκφυλισμό των ευρωπαϊκών κοινωνιών, είναι η Νέα Δημοκρατία.
Το ιστορικά, τουλάχιστον, κεντροδεξιό αυτό κόμμα ολοκλήρωσε την «δολοφονία» της ιδρυτικής και ιδεολογικής του διακήρυξης, φέρνοντας στη Βουλή και υπερψηφίζοντας το ν/σ για τον γάμο των ομοφυλοφίλων, παρά τα όχι λιγοστών βουλευτών της συμπολίτευσης.
Επιπρόσθετα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι φανατική υπέρμαχος των ιδιωτικοποιήσεων και του νεοφιλελευθερισμού, ερχόμενη ουσιαστικά σε ευθεία σύγκρουση με το παρελθόν της παράταξης, αφού ο Κ. Καραμανλής ήταν αυτός που προέβη σε σημαντικότατες και μαζικές κρατικοποιήσεις από το 1975 και έπειτα, ορθώς κατά τη γνώμη μου, αναλογιζόμενος τις τότε συγκυρίες.
Η φράση «το τραγικό της εποχής μας είναι πως η Αριστερά στρέφεται κατά του έθνους και η Δεξιά κατά του κράτους», η οποία διατυπώθηκε από τον Ντε Γκώλ, τον μεγάλο Γάλλο πολιτικό της μεταπολεμικής Δεξιάς, αποδεικνύεται πιο αληθινή από ποτέ, καθώς και ενδεικτική της σημερινής κατάστασης, έστω κι αν διατυπώθηκε πολλές δεκαετίες πριν.
Το δικαίωμα στην ατομική πρωτοβουλία και επιχειρηματικότητα πρέπει να θεωρείται αυτονόητο, αν φυσικά θέλουμε να θεωρούμαστε φιλελεύθερη κοινωνία, αρκεί αυτό να κινείται εντός ενός λογικού πλαισίου, το οποίο θα καθορίζεται από το κράτος, ώστε να αμβλυνθούν ή να αποφευχθούν οι ανισότητες. Αυτή είναι άλλωστε η κεντρική ιδέα της χριστιανοδημοκρατίας, η οποία υιοθετεί το μοντέλο της μικτής οικονομίας, μια μέση λύση μεταξύ φιλελευθερισμού (ακραίου ατομικισμού) και σοσιαλισμού (κολεκτιβοποίησης) που προάγει και σέβεται την ύπαρξη ιδιωτικής οικονομίας, αρκεί αυτή να βρίσκεται υπό την εποπτεία του κράτους. Όλα τα παραπάνω, τα οποία αποτελούν βασικά στοιχεία του ιδεολογικού πυρήνα της ΝΔ, η σημερινή ηγεσία του κόμματος έχει αποφασίσει να τα απαρνηθεί, όπως και καθετί που τη συνδέει με το παρελθόν της.
Εν κατακλείδι, η στροφή της άλλοτε συντηρητικής παράταξης της Μεταπολίτευσης προς το κέντρο, αν όχι την κεντροαριστερά, δεν μπορεί πια να αμφισβητηθεί από κανέναν, ενώ όποιος πιστεύει ακόμα στο τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» και σέβεται την παράδοση αυτού του τόπου, δεν έχει κανέναν λόγο να ψηφίζει ΝΔ.